Ένας διαπρεπής βυζαντινολόγος, ο Γ. Λαμπάκης ένα πολύτιμο αρχείο, μία βαρυσήμαντη έκθεση, αφιερωμένη στη Σμύρνη και μια Pop Art τοιχογραφία στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Ποια ήταν η εκκίνησή και τα σκεπτικό σας για αυτήν την ομολογουμένως πρωτότυπη συνύπαρξη;
Η ιδέα της συνύπαρξης οφείλεται σε ένα μεταπτυχιακό φοιτητή, το Βασίλη Λιανό, που γνώριζε το έργο του Soteurαπό το Instagram. Μετά από αρκετές συζητήσεις συμφωνήσαμε ότι η προσθήκη μίας σύγχρονης «ματιάς» στη Σμύρνη των αρχών του 20ού αιώνα θα πλαισίωνε επιτυχημένα τη «ματιά» του Γεωργίου Λαμπάκη. Η οπτική του Γεωργίου Λαμπάκη στη Σμύρνη και στη Μικρά Ασία ήταν ο «οδηγός» μας σε αυτή τη μουσειολογική προσέγγιση. Η οπτική του Soteur, ωστόσο, πρόσφερε και μία σύγχρονη προσέγγιση, που είναι απαραίτητη, για την προσέλκυση και ενός νεανικότερου κοινού σε μία έκθεση που στηριζόταν σε ένα ιστορικό αρχείο, το οποίο -παρά τη σπουδαιότητα του- δεν είναι συνήθως «ελκυστικό» μουσειολογικά και μουσειογραφικά. Η πρακτική της προσθήκης έργων σύγχρονων καλλιτεχνών είναι γνωστή ιδιαίτερα στον αγγλοσαξωνικό χώρο, ιδιαίτερα την τα τελευταία χρόνια. Στόχος, συνήθως, να προσφέρουν εναλλακτικές προσεγγίσεις σε ένα θέμα. Στην ίδια κατεύθυνση, επομένως, εντάχθηκε και το έργο του Soteur, που πρόσφερε μία φρέσκια «ματιά» και αγκαλιάστηκε από τους επισκέπτες της έκθεσης. Ο τίτλος του μάλιστα «Όνειρο» μας έδωσε την ευκαιρία να προσκαλούμε τους επισκέπτες, όταν έφθαναν στο χώρο έκθεσης του έργου του Soteur, να «ονειρευτούν» και εκείνοι τη «Σμύρνη των αρχών του 20ού αιώνα» και να δημιουργήσουν νοερά τη δικιά τους εικόνα.
Μία έκθεση που εμπλέκει τους φοιτητές σε σπάνιο βαθμό συμμετοχικότητας, καθώς και το Όνειρο του Soteur για τη Σμύρνη. Προκλήσεις, κατακτήσεις και εμπόδια σε αυτό το τόλμημα.
Η συμμετοχή των φοιτητών ήταν πολύ σημαντική και αποτέλεσε συστατικό στοιχείο της έκθεσης από την αρχή. Οι φοιτητές εργάστηκαν σε ομάδες τόσο στη φάση της προμελέτης (Μάϊος-Ιούλιος 2022) όσο και στη φάση της μελέτης υλοποίησης (Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 2022) και πλαισίωσαν/υποστήριξαν τις δράσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της μέσω προτάσεων για δράσεις στην έκθεση ή τη συμμετοχή τους σε ξεναγήσεις για το κοινό, ειδικές εκπαιδευτικές δράσεις (για άτομα με προβλήματα όρασης/ακοής), εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά δημοτικού/γυμνασίου και λυκείου. Ως εκ τούτου αποτιμάται ιδιαίτερα θετικά η συμμετοχή τους, καθώς έδωσαν πνοή στην έκθεση τόσο στη φάση της προετοιμασίας όσο και καθ΄όλη της τη διάρκεια. Επιπλέον, η έκθεση υποστηρίχθηκε από τους μεταπτυχιακούς φοιτητές με μία ομάδα επικοινωνίας, που επιμελήθηκε αναρτήσεις στα socialmediaτης έκθεσης αλλά και δελτία τύπου και την επικοινωνία με δημοσιογράφους, που έγραψαν για την έκθεση στον ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο.
Η σύγχρονη μουσειακή πρακτική επιτάσσει την πλαισίωση της κεντρικής έκθεσης και με άλλες δράσεις. Τι παραπάνω να περιμένουμε;
Η έκθεση πλαισιώθηκε από ποικίλες δράσεις που εντάσσονται κυρίως στις παραστατικές τέχνες. Πιο συγκεκριμένα, πλαισιώθηκε από μία εκδήλωση από τις «Παραμυθοκόρες», που παρουσίασαν παραμύθια από τη Μικρά Ασία στο χώρο της έκθεσης αλλά και του «Μαϊστορες της Ψαλτικής Τέχνης», που έψαλαν πάλι στο χώρο της έκθεσης ύμνους για τον Άγιο Πολύκαρπο, προστάτη-άγιο της Σμύρνης. Τέλος, η σημαντικότερη δράση πραγματοποιήθηκε στο χώρο της έκθεσης σε συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο. Ήταν η σημαντικότερη, γιατί σχεδιάστηκε σε συνεργασία με τη σκηνοθέτιδα Όλγα Ποζέλη και το προσωπικό του Εθνικού Θεάτρου αλλά σε συνεργασία και με τους μεταπτυχιακούς φοιτητές του Δ.Π.Μ.Σ. Διαχείριση Μνημείων: Αρχαιολογία, Πόλη και Αρχιτεκτονική. Το θεατρικό δρώμενο «Ο Γεώργιος Λαμπάκης ταξιδεύει…» παίχτηκε για 3 εβδομάδες στο χώρο της έκθεσης και προσκάλεσε τους επισκέπτες της να επανέλθουν και να εμβαθύνουν συναισθηματικά στη ματιά του Γεωργίου Λαμπάκη στη Μικρά Ασία. Το δρώμενο στηρίχθηκε στο βιβλίο του Γεωργίου Λαμπάκη «Οι Επτά Αστέρες της Αποκαλύψεως», το οποίο ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για το μουσειολογικό σκεπτικό της έκθεσης, καθώς αποκάλυπτε τα κίνητρα και την προσέγγιση στο χώρο και τα μνημεία του Γεωργίου Λαμπάκη.
Όλες οι δράσεις συνέβαλαν στην πολυαισθητηριακή πρόσληψη της έκθεσης από τους επισκέπτες της φωτίζοντας διαφορετικές πτυχές του πολιτισμού της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας αλλά και την προσωπικότητα του Γεωργίου Λαμπάκη. Οι δράσεις των παραστατικών τεχνών σε συνδυασμό με τον μουσειογραφικό σχεδιασμό (έγγραφα, φωτογραφίες, καρτ-ποστάλ) ίπτανται σε δύο ενότητες της έκθεσης τονίζοντας την «ονειρική» προσέγγιση στο θέμα αλλά και το έργο του Soteur επέτρεψαν στους επισκέπτες της έκθεσης να «ισορροπήσουν» ανάμεσα στους μορφωτικούς/παιδευτικούς της στόχους και σε μία συναισθητική προσέγγιση.
Ο Διονύσιος Μουρελάτος σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έκανε μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στη Βυζαντινή Τέχνη και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η διδακτορική του διατριβή (2009) είχε τίτλο "Εικόνα: θέση και λειτουργικότητα. Ανάπτυξη ηλεκτρονικού θησαυρού όρων".Από το 2009 διδάσκει στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Αθηνών "Διαχείριση των μνημείων: Αρχαιολογία, Πολεοδομία και Αρχιτεκτονική". Επιπλέον, διδάσκει ή έχει διδάξει σε ελληνικά και κυπριακά πανεπιστήμια (Ε.Α.Π., ΠΑ.Δ.Α., Α.Π.ΚΥ., Παν. Θεσσαλίας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο). Έχει εργαστεί σε πολλά ερευνητικά προγράμματα για το Vrijes Universiteit Amsterdam, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, το Ίδρυμα Όρους Σινά στην Αθήνα και το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά. Έχει γράψει και παρουσιάσει αρκετές εργασίες που αφορούν κυρίως το όρος Σινά και την ιστοριογραφία της βυζαντινής τέχνης και αρχαιολογίας. Είναι ο επιμελητής του συλλογικού τόμουArt and Archaeology in Byzantium and beyond, Oxford: British Archaeological Reports, 2021.